σημειωτά

σημειωτά
σημειωτός
signified
neut nom/voc/acc pl
σημειωτά̱ , σημειωτός
signified
fem nom/voc/acc dual
σημειωτά̱ , σημειωτός
signified
fem nom/voc sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • μπάλος — Νησιώτικος, αντικριστός, οργανικός χορός, που χορεύεται σε όλα τα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου πελάγους. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα σκετς παντομίμας, γεμάτο χάρη, κομψότητα και ευγένεια. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές και κάποια ελευθερία στις… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”